Ο Édouard Boubat, ένας από τους πιο διάσημους ουμανιστές φωτογράφος της Γαλλίας, γεννήθηκε στο Παρίσι στις 13 Σεπτεμβρίου 1923 και μεγάλωσε στη Μονμάρτη. Σαν παιδί άκουγε πολλές ιστορίες για τον Μεγάλο Πόλεμο, από τον πατέρα του, ο οποίος υπηρέτησε ως μάγειρας στην πρώτη γραμμή και τραυματίστηκε τρεις φορές. Το 1938, σπούδασε φωτοχαρακτική και γραφικές τέχνες στην École Estienne, με σκοπό να βρει δουλειά στη βιομηχανία, αλλά το 1943 στάλθηκε από τις κατοχικές αρχές σε ένα εργοστάσιο στη Λειψία, για να συναντήσει τους εκατοντάδες χιλιάδες Γάλλους που έκαναν καταναγκαστική εργασία στη Γερμανία. Αργότερα θυμήθηκε ότι είδε τη Λειψία στις φλόγες από τους βομβαρδισμούς των Συμμάχων. «Είδα τη φρίκη», δήλωσε. Μετά τον πόλεμο βρήκε δουλειά σε ένα εργοστάσιο στο Παρίσι, αλλά τον τράβηξε η φωτογραφία. Πούλησε το εξάτομο λεξικό του για να χρηματοδοτήσει την αγορά της πρώτης του φωτογραφικής μηχανής, μιας Rolleicord 6x6 και άρχισε να βγάζει φωτογραφίες τις Κυριακές.


 

«Μικρό κορίτσι με νεκρά φύλλα» - «Το δένδρο και η κότα».


Η προσέγγιση του Boubat στη φωτογραφία επηρεάστηκε βαθιά από τις εμπειρίες του στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο: «Επειδή έζησα τον πόλεμο, επειδή αντίκρισα τη φρίκη και τον τρόμο, δεν θέλω να τον προσθέσω στις φωτογραφίες μου … Μετά τον πόλεμο, νιώσαμε την ανάγκη να γιορτάσουμε τη ζωή και για μένα η φωτογραφία ήταν το μέσο για να το πετύχω αυτό». Η πρώτη του επαγγελματική φωτογραφία τραβήχτηκε στους Κήπους του Λουξεμβούργου, 1946, «Μικρό κορίτσι με νεκρά φύλλα», μια γοητευτική και μαγική λήψη. Τον επόμενο χρόνο, στην ηλικία των 24 ετών, ο Boubat παρουσίασε την φωτογραφία του στο Salon International de la Photographie που διοργανώθηκε από την Bibliothèque Nationale de France και λίγο αργότερα του απονεμήθηκε το Βραβείο Kodak για την άλλη εμβληματική φωτογραφία του «Το δένδρο και η κότα». Ήταν μια καταπληκτική αρχή για την καριέρα του.


Lella


Την ίδια χρονιά που αγόρασε τη Rolleicord, ο Boubat γνώρισε τη μέλλουσα σύζυγό του. Η, ιταλικής καταγωγής, Lella ήταν φίλη της αδερφής του και αρχικά τον είχε γνωρίσει, στη περίοδο της Κατοχής το διάστημα που ο Édouard ήταν εκτοπισμένος στη Γερμανία, από μια φωτογραφία του, που ήταν το μοναδικό στολίδι στον τοίχο του δωματίου της αδελφής του. Η Lella περνούσε πολύ ώρα κοιτάζοντας τη φωτογραφία του Édouard, όχι από περιέργεια για τον αδελφό της φίλης της, αλλά επειδή ένιωθε ότι αυτός ο άντρας, που έμοιαζε με τον πρίγκιπα Muchhkin, προοριζόταν για αυτήν. Μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας και την επιστροφή του Boubat από τη Γερμανία, η Lella έγινε κάτι περισσότερο από το μοντέλο του, έγινε η μούσα του. Χαρακτηριστικό είναι ένα αυτοπορτρέτο του φωτογράφου με τη Lella που μας προσφέρει μια ματιά στα παρασκήνια αυτής της καλλιτεχνικής, αλλά και συντροφικής συνεργασίας. Ο Boubat με τα μεγάλα μάτια του γεμάτα τρυφερότητα και τα σαρκώδη χείλη του κοιτάζει με αγάπη τη μούσα του, που ποζάρει με απορία, ενώ κοιτάζει τον φακό με ένα διαπεραστικό βλέμμα. Όλες οι φωτογραφίες της Lella -και αυτές είναι πολλές- είναι προϊόν βαθειάς στοργής και αγάπης. Η πιο εμβληματική απ’ όλες είναι μια τραβηγμένη στη Βρετάνη, το 1947, ενώ η ανάμνηση του πολέμου ήταν ακόμη νωπή στη γαλλική συνείδηση. Το κοντινό πλάνο της νεαρής Lella, με τα κυματιστά μαλλιά της που φουσκώνουν από τον άνεμο, το στητό στήθος με το μαύρο σουτιέν να ξεχωρίζει κάτω από τη λευκή διάφανη μουσελίνα της μπλούζα της και το αγέρωχο βλέμμα της να κοιτάζει έξω από το φακό θυμίζει είτε την υπερηφάνεια της Marianne, της εθνικής ηρωίδας των Γάλλων, είτε τον αισθησιασμό μιας γοργόνας, απ’ αυτές που κοσμούν τα ακρόπρωρα στις πλώρες των σκαφών, που διασχίζουν τους ωκεανούς και καθοδηγούν τους ναυτικούς. Τα πορτρέτα της Lella είναι μια ωδή στην αγάπη και τη θηλυκότητα. Είναι επίσης πορτρέτα αφοσίωσης για τον φωτογράφο. Η Lella θα γινόταν τελικά η πρώτη σύζυγος του Boubat και η μόνιμη μούσα του σε όλη του τη ζωή. Μόνο μέσα από το βλέμμα θαυμασμού ενός εραστή θα μπορούσε ο Boubat να πετύχει την αποτύπωση της ομορφιάς της. Αυτό που επίσης προκαλεί εντύπωση είναι η ποιότητα του φωτός που βρίσκουμε στις φωτογραφίες του Boubat, δίνοντας μας την εντύπωση ότι ο ήλιος χαϊδεύει το δέρμα της. Ένα άλλο υπέροχο πορτρέτο της Lella την δείχνει να στέκεται σε μια παραλία, στην άκρη του θάλασσας, με τα πόδια της αγκυροβολημένα στο έδαφος, τα μαλλιά της ανακατεμένα να κρύβουν το πρόσωπό της και το κορμί της ίσιο, σαν ένδοξο αρχαίο άγαλμα. Ένας ύμνος στη ζωή. Το 1998, το Maison Europeenne de la Photographie συγκέντρωσε όλες τις φωτογραφίες της Lella σε ένα ομότιτλο βιβλίο με επιμέλεια του Claude Nori, ιδρυτή του εκδοτικού οίκου Contrejour.


Lella


Το 1950, οι φωτογραφίες του Boubat άρχισαν να δημοσιεύονται στο ελβετικό περιοδικό Caméra. Αμέσως μετά γνώρισε τον καλλιτεχνικό διευθυντή του επιτυχημένου γαλλικού περιοδικού Realités. Από τότε και για δεκαοκτώ χρόνια, ο Boubat ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο για το διάσημο φωτογραφικό περιοδικό. Οι αποστολές του τον οδηγούσαν συχνά σε φτωχές και υπανάπτυκτες περιοχές, αλλά ο Boubat κατάφερε να αιχμαλωτίσει μόνο την αγάπη και την ομορφιά. «Μετά τον πόλεμο, όταν άρχισα να δουλεύω για το περιοδικό Réalités όλες οι πόρτες άνοιξαν σαν μαγεία στις όμορφες περιοχές και τις παραγκουπόλεις, σε αγνώστους ή διασημότητες». Η πορτογαλική του καταγωγή, καθώς η μητέρα του ήταν Πορτογαλίδα, τον έφερε συχνά επισκέπτη στη χώρα της Ιβιρικής, σε αναζήτηση της καταγωγής του. Η πρώτη φωτογραφία που τράβηξε εκεί δείχνει έναν άνδρα να κρατά το παιδί του, που κοιμάται ήσυχα στην αγκαλιά του, σφιχτά στο στήθος του. Κοιτάζει πάνω από μια ταραγμένη θάλασσα, βρίσκοντας μια στιγμή γαλήνης, συγκέντρωσης και περισυλλογής. «Πήγα να δω την παραλία. Πήρα μόνο τη μικρή Leica μαζί μου, και αυτός ο άντρας ήταν ακριβώς εκεί. Θαύμα! Ήμουν μόνο μισή ώρα στη χώρα και έβγαλα την πρώτη μου φωτογραφία από την Πορτογαλία, μια φωτογραφία που θα μείνει». Ο Boubat απαθανάτισε τους φτωχούς της Πορτογαλίας, σκληρά εργαζόμενους αλλά ευτυχισμένους. Οι φωτογραφίες που τραβήχτηκαν στις παραλίες του Ναζαρέ, για παράδειγμα, απεικονίζουν ένα παραδοσιακό ψαροχώρι που ζούσε σύμφωνα με το ρυθμό της παλίρροιας και των κυμάτων. Βλέπουμε άνδρες, γυναίκες και παιδιά, με το κορμί τους μαυρισμένο από τον ήλιο, να εξασκούν την παραδοσιακή, χειρονακτική μορφή ψαρέματος με δίχτυ που ονομάζεται «Arte Xávega». Αν και κατέγραψε την πορτογαλική αλιεία για το Réalités, συνέχισε να επιστρέφει, αδιάκοπα, ταξιδεύοντας στην ενδοχώρα στην περιοχή Ribatejo, στις όχθες του Taj, αναζητώντας πάντα στιγμές αγνότητας και ειρήνης.


 

Πορτογαλία


Μέχρι το 1951 ο Boubat είχε κερδίσει αρκετή αναγνώριση για να συμμετάσχει σε ομαδική έκθεση στην Galerie La Hune, μαζί με τους Brassai, Izis και Robert Doisneau. Το ιδιαίτερο χάρισμά του ως φωτορεπόρτερ ήταν να βρίσκει το κοινό νήμα που συνέδεε την καθημερινότητα των ανθρώπων, σε όλα τα μέρη που επισκεπτόταν. Για τον Boubat, η φωτογραφία σήμαινε συνάντηση με τον συνάνθρωπό του. Του άρεσε να φωτογραφίζει την καθημερινότητα. Οι φωτογραφίες του μαρτυρούν τη συγκεκριμένη σχέση που είχε με τα θέματά του, για την οποία σχολίασε: «Είμαστε ζωντανές φωτογραφίες. Η φωτογραφία αποκαλύπτει τις εικόνες μέσα μας». Μια άλλη χαρακτηριστική φωτογραφία του Boubat τραβήχτηκε το 1956 στο αγροτικό χωριό Σοτοσεράνο της Ισπανίας, όταν η χώρα βρισκόταν ακόμα υπό τη δικτατορία του Φρανσίσκο Φράνκο και πολλές περιοχές παρέμεναν φτωχές και μη εκσυγχρονισμένες. Η σφιχτά καδραρισμένη φωτογραφία επικεντρώνεται σε έναν άνδρα με παραδοσιακή φορεσιά και κουρελιασμένα παπούτσια. Στέκεται σε ένα λιθόστρωτο μπροστά από τεράστια ρόδα άμαξας, ψηλής όσο και το μπόι του. Από την επιγραφή στη σκεπασμένη καρότσα της άμαξας μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο άνδρας ένας από τους αδελφούς Γκονζάλες («Hermanos Gonzalez»), ιδιοκτήτες ενός αρτοποιείου («panadería»). Δύο παιδιά στα αριστερά της σύνθεσης κοιτάζουν με κάπως περίεργες εκφράσεις — το κορίτσι φαίνεται ανήσυχο, ενώ τα μάτια του αγοριού είναι στραμμένα προς τον ουρανό. Λες και ο Boubat σκόνταψε στη μέση μιας μικρής αφήγησης, οι συμμετέχοντες έκαναν μια μικρή παύση για να απαθανατίσει το πορτρέτο τους. «Υπάρχουν μέρες που περπατάς χωρίς να βγάλεις ούτε μια φωτογραφία, χωρίς να συναντήσεις τίποτα. Αλλά υπάρχουν κι άλλες φορές που σου προσφέρονται πολύτιμα δώρα. Αλλά για να αρπάξεις αυτά τα δώρα, πρέπει να είσαι προετοιμασμένος. Εάν είσαι, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να το αποδεχτείς και να κάνεις το κλικ».


 Hermanos Gonzalez


Το 1968, ο Boubat έφυγε από το περιοδικό Realités, αλλά συνέχισε να εργάζεται σε ανεξάρτητη βάση. Ακούραστα προσπαθούσε να φέρει το συναίσθημα και την ομορφιά της ζωής στο βλέμμα μας. Ταξιδεύοντας στον κόσμο ως φωτορεπόρτερ, ο Boubat συχνά βρισκόταν στη σωστή θέση για να δεχτεί ένα από αυτά τα «δώρα», σύμφωνα με τα λεγόμενά του. Όμως, αυτός ο ισχυρισμός ότι οι επιτυχημένες εικόνες απλώς του παρουσιάζονταν σαν δώρα υποβαθμίζουν το έντονο όραμά του ως φωτογράφου. Αν όντως τα πράγματα ήταν τόσο απλά, τότε όλοι θα μπορούσαμε να βγάζουμε υπέροχες φωτογραφίες. Ωστόσο, όπως είπε κάποτε ο συνάδελφός του φωτογράφος Frank Horvat, «Ο Boubat κοιτάζει τον κόσμο σαν να είχε μόλις προσγειωθεί από έναν άλλο πλανήτη». Μέσα από τις φωτογραφίες του, βρίσκουμε μια περιέργεια για τις μικρές στιγμές της ζωής των ανθρώπων που μπορούν εύκολα να περάσουν απαρατήρητες. Για το λόγο αυτό, οι φωτογραφίες του Boubat είναι από μόνες τους μικρά δώρα για όλους μας. Δεν ήταν όμως μόνο ο Horvat που τον εκθείασε. Ο Robert Doisneau είπε επίσης κάποτε: «Από αυτόν τον διχασμένο κόσμο, ο Édouard Boubat μας αποκαλύπτει τις εκπληκτικές στιγμές της πληρότητας». Ο Boubat ταξίδεψε πολύ κατά τη διάρκεια μιας καριέρας που διήρκεσε σχεδόν 50 χρόνια, αλλά σε αντίθεση με πολλούς φωτογράφους της γενιάς του δεν έδειξε ενδιαφέρον για τα πολιτικά γεγονότα. Ο κανόνας του, «όχι πτώματα, όχι αίμα, όχι πόλεμο», του χάρισε ακόμη και το παρατσούκλι του ανταποκριτή της ειρήνης, που του έδωσε ο Γάλλος ποιητής Jacques Prévert, αναγνωρίζοντας το ουμανιστικό όραμα της σύλληψης της ομορφιάς και της στοργής του ανθρώπινου πνεύματος που οδηγούσε τον Boubat. Συγκεκριμένα, έγραψε το 1971 στο ποίημά του «Éternité instantanée» (Στιγμιότυπο αιωνιότητα): «Ο Boubat, στις κοντινές πόλεις, αλλά και στα πιο απομακρυσμένα χωριά, στις μεγάλες ερήμους πλήξης, αναζητά και βρίσκει οάσεις. Είναι ο ανταποκριτής της ειρήνης».



Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί ο Boubat θεωρείται ένας από τους εξέχοντες εκπροσώπους της λεγόμενης ουμανιστικής φωτογραφίας που εμφανίστηκε στη μεταπολεμική Γαλλία, στο ίδιο επίπεδο με τους Robert Doisneau, Henri-Cartier Bresson, Brassaï και Willy Ronis. Όπως κι εκείνοι, ο Boubat συνάντησε μια πόλη που ήταν ακόμα τραυματισμένη από τη γερμανική κατοχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και αποφάσισε, μέσω της φωτογραφίας, να αποκαταστήσει την προπολεμική της ευθυμία. Όταν τελείωσε ο πόλεμος, ο Boubat ήταν χαρούμενος που ζούσε: «Μετά τον πόλεμο ήμουν είκοσι χρονών και ήθελα να ζήσω….». Η ανθρωπιά και η αγάπη του για τη ζωή βρίσκονται στο επίκεντρο της φωτογραφικής του δουλειάς. «Πρέπει να αγκαλιάσεις τη ζωή για να ζωντανέψει. Δημιουργώ με ότι μου προσφέρεται. Μπορεί να μην πάω στα πέρατα της γης, αλλά μπορώ να φωτογραφίσω ένα λουλούδι στον κήπο, μια κουκκίδα φωτός στο πλαίσιο του παραθύρου μου ή την ψάθινη καρέκλα μου». Οι φωτογραφίες του που τραβήχτηκαν στους δρόμους και τα πάρκα του Παρισιού μαρτυρούν αυτή την ικανότητα να αιχμαλωτίζει τη μαγεία και την ποίηση της στιγμής: παιδιά που χορεύουν στις μαυρισμένες από τη κάπνα στέγες του Παρισιού, ένας χιονοπόλεμος στον κήπο του Λουξεμβούργου, μια κατσίκα που εκτελεί το ακροβατικό της. Ο Boubat φαίνεται να αντιλαμβάνεται τη ζωή όπως ένα κοριτσάκι που έχει κολλήσει τη μύτη του σε μια βιτρίνα στη λεωφόρο Saint Germain.



Είδαμε χίλιες στέγες, χίλια παράθυρα, μαντέψαμε χίλιες και μία ζωές. Η μητέρα μου, μου έδειχνε τα αστέρια. Ο πατέρας μου μερικές φορές με πήγαινε νωρίς το πρωί στην αγορά, ανάμεσα στις μυρωδιές λαχανικών, φρούτων, λουλουδιών. Μια πραγματική σύνθεση από πίνακες ζωγραφικής και ζωντανές ανθρώπινες μορφές […] Μετά τον πόλεμο, όταν άρχισα να δουλεύω στο περιοδικό Réalités, όλες οι πόρτες άνοιξαν, τόσο στις όμορφες γειτονιές, όσο και στις φτωχογειτονιές, στο ασήμαντο, αλλά και στο διάσημο. Έζησα στο Square des Épinettes πάνω από τα δέντρα, τις εποχές και τις κραυγές της παιδικής χαράς, μετά τη Rue du Quatre-Septembre, μετά τη Rue de la Tâcherie κοντά στο Châtelet και τώρα κοντά στο Sèvres-Lecourbe. Και είδα χίλια καταλύματα, χίλια παράθυρα και χίλια φώτα. [...] Το Παρίσι αλλάζει αλλά δεν φθείρεται και εκεί βρίσκεται το μυστήριο, η θλίψη του. Δεν μπορώ να πω πού βρίσκεται η ποίηση, αλλά όλοι ξέρουμε ότι σε αυτό το διαχρονικό Παρίσι, σε αυτό το αμετάβλητο Île Saint Louis, έζησε ο Baudelaire. Σε όλα αυτά τα δρομάκια αντηχούν τα βήματα όλων των ποιητών που προηγήθηκαν. Για μένα, το Παρίσι είναι αυτό. Είναι το Παρίσι των ποιητών, των τραγουδιστών, των μουσικών. Το Παρίσι είναι η πόλη μας, το λίκνο μας. Είναι όλοι αυτοί που πέρασαν. Ο φωτογράφος είναι απλώς ένας ακόμη περαστικός. [...] Όταν περνάω από τη Rue Campagne-Première, ξέρω ότι ο Atget πέρασε επίσης από εκεί, ο Rimbaud πέρασε από εκεί. Το πραγματικό θέμα, το φως και η συνάντηση, δεν φθείρονται.



Στο Παρίσι του Boubat, τα ζευγάρια φιλιόντουσαν ελεύθερα στο δρόμο, τα αρτοποιεία και τα καφέ ήταν γεμάτα ζωή, οι άνθρωποι κοίταζαν το μέλλον αντί να θρηνούν για το παρελθόν. Το Παρίσι ήταν βαθιά πληγωμένο, ταπεινωμένο και κατακλυσμένο από ενοχές, πολιτικά και κοινωνικά προβληματισμένο, αλλά ο Boubat και οι σύγχρονοί του έστρεψαν τις κάμερές τους προς την ανανέωση της παρισινής ζωής, την επαναβεβαίωση της εθνικής ταυτότητας. Το ζητούμενο για τον Boubat ήταν η ηρεμία της καθημερινότητας, μια ματιά, μια χειρονομία, μια δέσμη φωτός που έπεφτε σε μια πλατεία της πόλης, οι απόμαχοι της ζωής που «σκότωναν» την ώρα τους, οι χαριτωμένες νεαρές γυναίκες, οι κομψοί νέοι, τα παιδιά που έπαιζαν ξέγνοιαστα, η αλλαγή ρυθμού της αστικής ζωής. Αν και οι φωτογραφίες του Boubat παρουσιάστηκαν σε πολυάριθμες εκθέσεις και δημοσιεύσεις, σε όλη την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 κυρίως, αφενός μεν δεν απέκτησαν ποτέ το κύρος των άλλων μεγάλων Γάλλων - του Henri Cartier-Bresson, του Ronis, του Brassai, ή του Doisneau, αφετέρου δε η νέα γενιά άρχισε σταδιακά να απορρίπτει τον ρομαντισμό. Η μείωση του ενδιαφέροντος για το μεταπολεμικό ευρωπαϊκό κοινωνικό ρεπορτάζ απέτρεψε το βλέμμα των γκαλερί και των περιοδικών από αυτό το είδος, που είχε κυριαρχήσει νωρίτερα. Ο Boubat και οι υπόλοιποι σύγχρονοί του φωτογράφοι έγιναν φιγούρες από το παρελθόν. Οι κομψές και τρυφερές φωτογραφίες τους δεν μπορούσαν να απαντήσουν στις ανησυχίες των επόμενων γενεών. Όταν μάλιστα αμφισβητήθηκε –δικαίως ή αδίκως τις περισσότερες φορές- η αλήθεια ορισμένων από τις πιο εμβληματικές φωτογραφίες του ρεπορτάζ του δρόμου με τη κατηγορία ότι είχαν σκηνοθετηθεί, αντί να τραβηχτούν αυθόρμητα, η δημοτικότητα του έργου των ουμανιστών φωτογράφων μειώθηκε περαιτέρω.



 

Όμως, όποιες και αν είναι οι επιφυλάξεις σας, οι φωτογραφίες του Boubat από τη δεκαετία του ‘50 παρουσιάζουν μια κομψότητα και ένα στυλ που έχει εξαφανιστεί σήμερα. Δείχνουν ένα Παρίσι που αλλάζει, που αφήνει πίσω του τις γειτονιές με μυρωδιές και αισθήσεις και αρχίζει να πλημυρίζει από αυτοκίνητα και να ενδίδει στον καταναλωτισμό. Το παλιό Παρίσι όμως, στο οποίο οι νεαρές γυναίκες ντύνονται καθημερινά σαν μοντέλα μόδας, υπάρχει ακόμη στις φωτογραφίες του Edouard Boubat, που γιορτάζουν την ομορφιά, την απλότητα και τα μικρά πράγματα στη ζωή. Ο ανθρώπος που είδε τη δουλειά του ως μια σειρά από τυχαίες συναντήσεις, μια συνεχή πηγή θαυμασμού και απόλαυσης, πέθανε το 1999, αφήνοντας πίσω του έναν γιο, τον Bernard, ο οποίος ακολούθησε επίσης το επάγγελμά του πατέρα του.



Ο Edouard Boubat μέσα από τα δικά του λόγια:

- Ο περιπλανώμενος φωτογράφος βλέπει την ίδια παράσταση που βλέπουν όλοι οι άλλοι. Εκείνος, όμως, σταματά για να τη παρακολουθήσει.

- Νομίζω ότι οι φωτογραφίες που μας αρέσουν έγιναν όταν ο φωτογράφος ήξερε πώς να εξαφανιστεί. Αν υπήρχε κάποιο μυστικό, σίγουρα αυτό θα ήταν.

- Σήμερα, οι φωτογράφοι ξεκινούν με ιδέες και οι φωτογραφίες τους γίνονται η έκφραση μιας συγκεκριμένης ιδέας. Έτσι όπως το σκέφτομαι εγώ όμως, μια φωτογραφία δεν πρέπει να εξαρτάται από ιδέες, πρέπει να υπερβαίνει τις ιδέες.

- Εκατομμύρια περιττές φωτογραφίες βγαίνουν καθημερινά. Ο κόσμος στέκεται μπροστά στις Πυραμίδες και τις φωτογραφίζει, όταν για τρία λεπτά μπορούσαν να αγοράσουν καρτ ποστάλ που τις δείχνουν πολύ καλύτερα.

- Ένας φωτογράφος είναι μάρτυρας. Έχει ηθικό καθήκον. Κάθε εικόνα πρέπει να είναι αληθινή και ειλικρινής. Πιστεύω ότι η δύναμη ενός φωτογράφου είναι η ικανότητά του να καταγράφει με ακρίβεια την πραγματικότητα. Υπάρχουν φωτογράφοι που πιστεύουν ότι είναι τυχεροί αν βρουν ένα ασυνήθιστο ή ιδιαίτερο θέμα. Αλλά ποτέ δεν είναι το θέμα τόσο σημαντικό. Είναι πόσο ζωντανό και πραγματικό μπορεί να το κάνει ο φωτογράφος.



Υπάρχουν ορισμένες φωτογραφίες που δεν μπορώ να τραβήξω ποτέ. Ανοίγουμε την τηλεόραση και πνιγόμαστε από τα βάσανα και τη σκληρότητα. Δεν χρειάζεται να προσθέσω κάτι επιπλέον σε όλα αυτά. Οπότε φωτογραφίζω απλώς ειρηνικά πράγματα. Ένα βάζο με λουλούδια, ένα όμορφο κορίτσι. Μερικές φορές, μέσω ενός γοητευτικού προσώπου, μπορώ να προσφέρω κάτι σημαντικό στον κόσμο.
Η λήψη φωτογραφιών δεν είναι κάτι που συμβαίνει μόνο τη στιγμή που πατάω το κουμπί. Είναι επάγγελμα πλήρους απασχόλησης. Για μένα δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ ελεύθερου χρόνου και εργασίας.
Οι φωτογραφίες μου δεν μου ανήκουν. Η ζωή μου δίνει τις φωτογραφίες μου. Χρειάζομαι τους άλλους ανθρώπους. Η φωτογραφία είναι ένα επάγγελμα για συναντήσεις.
Όπως ακριβώς ο έρωτας με την πρώτη ματιά σβήνει τα πάντα και δημιουργεί ένα κενό, πρέπει να ομολογήσω ότι έτσι νιώθω κι εγώ όταν τραβάω μια φωτογραφία. Δεν έχω καμία επιθυμία, καμία πρόθεση. Αυτό το κενό επιτρέπει τη στιγμιαία διάρρηξη, τη στιγμή κατά την οποία όλα βυθίζονται σε ένα μοναδικό φως. Αυτό που φωτογραφίζω με ελέγχει, ενώ παράλληλα είναι ένα άλμα στο σκοτάδι. Έχει τελειώσει σε ένα δευτερόλεπτο».



Κατά κάποιο τρόπο, μια φωτογραφία είναι σαν ένα κλεμμένο φιλί. Στην πραγματικότητα ένα φιλί πάντα κλέβεται, ακόμα κι αν η γυναίκα συναινεί. Με μια φωτογραφία είναι το ίδιο: είναι πάντα κλεμμένη, ακόμα και αν ο άλλος έχει συναινέσει.
Για μένα η φωτογραφία είναι σαν αναζήτηση, ή προσκύνημα ή κυνήγι. Λατρεύω τη μουσική, και τη ζωγραφική, αλλά η φωτογραφία είναι αυτή που μου επέτρεψε να βγω έξω από τον εαυτό μου.
Ήταν το ίδιο φως που μάγεψε τους πρώτους φωτογράφους; Είναι το ίδιο, και είναι ακόμα ολοκαίνουργιο — είναι κάτι που δεν φθείρεται ποτέ.


 
 

 
 

Πρόσφατα Άρθρα

Book Reviews (13 Μάι 2024)

Αθήνα – L'Aquila. Μια συζήτηση για το βίωμα δύο πόλεων, μέσα από την περιπατητική εμπειρία, το βλέμμα στραμμένο στο αίσθημα της οικειότητας και την επαναδιαπραγμάτευση με τα ίχνη της...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (09 Μάι 2024)

Η Ελληνική Φωτογραφική Εταιρεία Ηρακλείου (Ε.Φ.Ε.Η.), φιλοξενεί τη φωτογραφική έκθεση του μέλους της, Σοφοκλή Καλυκάκη, με τίτλο "Απομεινάρια Οραμάτων", στην Αίθουσα Τέχνης, στον ημιώροφο της Δουκός...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (09 Μάι 2024)

Ο Φωτογραφικός Σύλλογος Ανδριανούπολης και το Κέντρο Δημιουργικής Φωτογραφίας Θράκης σας προσκαλούν στα εγκαίνια μιας ξεχωριστής Ομαδικής Έκθεσης Φωτογραφίας, με τίτλο: «ΡΟΔΟΠΗ: Μια οροσειρά...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (09 Μάι 2024)

 Η FokiaNou Art Space παρουσιάζει την διατομική έκθεση "Fluidity" με έργα της Μαρίας Μπουρμπού και του Διονύσιου Παππά. Οι δύο καλλιτέχνες διατρέχουν απρόσκοπτα τα πεδία της πραγματικότητας...

News (09 Μάι 2024)

Αποτελεί χαρά και τιμή για τους διοργανωτές η επίσημη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του διεθνούς διαγωνισμού Portrait World και μάλιστα του μεγάλου νικητή, των νικητών των επιμέρους κατηγοριών και...

News (26 Απρ 2024)

 Η Nikon είναι στην εξαιρετικά ευχάριστη θέση να ανακοινώσει την κατάκτηση βραβείων σε τέσσερις κατηγορίες στα φετινά TIPA World Awards. Η πιο πρόσφατη φωτογραφική μηχανή mirrorless της...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (24 Απρ 2024)

Μία ξεχωριστή έκθεση φωτογραφίας παρουσιάζεται στον χώρο της «Stereosis» στη Θεσσαλονίκη. Η ελληνογαλλίδα φωτογράφος Άρτεμις Πυρπύλη, μακριά από την κλασική έκθεση στο...

Book Reviews (23 Απρ 2024)

Το Photometria International Photography Festival είναι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσει τα αποτελέσματα του διαγωνισμού Photometria ΦΩΤΟBOOK 2024. 
Τα επιλεγμένα βιβλία θα παρουσιαστούν στο...

Book Reviews (23 Απρ 2024)

Την Τετάρτη 24 Απριλίου, στις 20:30 η Αλυσίδα Πολιτισμού IANOS και οι εκδόσεις της Εστίας, διοργανώνουν παρουσίαση του βιβλίου του  Άρι Γεωργίου, με τίτλο «Εντός εκτός και επί τα...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (23 Απρ 2024)

Την Πέμπτη 16 Μαΐου 2024, στην Gallery Della Rounick θα εγκαινιαστεί η έκθεση με τίτλο "Common (?) People", μία συνάντηση γλυπτικής και φωτογραφίας, με φόντο το γυμνό ανθρώπινο σώμα. Η Ισμήνη...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (23 Απρ 2024)

Το Φωτογραφικό Φεστιβάλ Αγρινίου Photopolis, στο πλαίσιο των προφεστιβαλιών εκδηλώσεων 2024, διοργανώνει έκθεση φωτογραφίας με θέμα: "Γονεϊκότητες/Parenthoods" η οποία θα φιλοξενηθεί στο Μουσείο...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (09 Απρ 2024)

Την Τρίτη 23 Απριλίου η γκαλερί “7” παρουσιάζει την έκθεση φωτογραφίας του ΑΚΗ ΔΕΤΣΗ με τίτλο “Αποτύπωμα” . “Η φωτογραφία ως σημαίνουσα επιφάνεια είναι μια αντίληψη στη θεωρία...